Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016

Ανδρέας Ν. Μιραχής: Κοντεμένος 1974, πραξικόπημα και εισβολή

Ο κ Ανδρέας Μιραχής από τον Κοντεμένο, μου έδωσε τις αναμνήσεις του από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του 1974, σε δύο χειρόγραφες κόλλες που έγραψε ο ίδιος. Eπιθυμία του να τις δημοσιεύσω "για να μη χαθούν", όπως μου ανάφερε ο ίδιος:


15/7/1974

Ημέρα Δευτέρα ξεκινήσαμε από το χωριό  Κοντεμένος για να έρθουμε στη δουλειά μας, εγώ στο μαγαζί που είχα στην οδό Γρηγόρη Αυξεντίου και η Διαμάντω στο μαγαζί του Ζιβανάρη στην οδό Λήδρας. Επήρα τη Διαμάντω στη δουλειά της, εγώ στο μαγαζί.

Η ώρα 8:20 το πρωί ακούσαμε από το ράδιο ότι ξεκίνησε πραξικόπημα, αμέσως πήρα το αυτοκίνητο και πήγα κι έφερα τη Διαμάντω στο μαγαζί στον Άγιο Δομέτιο. Μείναμε στο μαγαζί μέχρι η ώρα 8:00 τη νύχτα γιατί έκλεισαν οι δρόμοι προς το χωριό μας τον Κοντεμένο. Εν τω μεταξύ, από την οδό Γρηγόρη Αυξεντίου περνούσαν φάλαγγες αρμάτων και πεζικό.

Στο χωριό, όταν φτάσαμε η ώρα 9:30 το βράδυ, ακούσαμε  από τον σταθμό Πάφου ότι ο Μακάριος είναι ζωντανός.

16/7/1974

Τρίτη το πρωί ήρθε ο Κλίθαρος και μου είπε ότι το τρακτέρ του πήρε φωτιά στον σταθμό βενζίνης στη Μύρτου. Πήγαμε μαζί στη Μύρτου και με την μπαταρία του δικού μου αυτοκινήτου ξεκινήσαμε το τρακτέρ. Το φέραμε στο χωριό για να το διορθώσουμε. Το βάλαμε στο υπόγειο του σπιτιού.

17/7/1974

Τετάρτη πρωί ήρθε ο Κωστής που είναι ανιψιός μου, από το χωριό Λιβερά, και μου είπε να πάμε στη Χώρα (στη Λευκωσία) για κάτι δουλειές δικές του. Στη Χώρα όταν πήγαμε αγοράσαμε σύρματα και εξαρτήματα για να διορθώσουμε το τρακτέρ του Κλίθαρου.

Διορθώσαμε το τρακτέρ και δουλεύαμε στο σπίτι με τον Λούκα και τον Άνδρο, κάναμε σουβάδες και σπριτς.


18/7/1974

Ξυπνήσαμε το πρωί για να συνεχίσουμε τη δουλειά στο σπίτι. Κοντά στο μεσημέρι ακούσαμε πυροβολισμούς από τη μεριά της εκκλησίας και ήρθαν τρέχοντας ο Φρίξος και πεντέξι άλλοι από τον Λάρνακα (Λαπήθου). Γύρευαν αριστερούς για να τους συλλάβουν.

19/7/1974

Παρασκευή πρωί πήγαμε πάλι στο σπίτι για δουλειά, πήγα στον καφενέ του Χρυσοφού  για καφέ και ήρθε η αστυνομία της Μύρτου με τον παπά Σωφρόνιο και είπε ότι ο Νικολής του Χρυσοφού είναι νεκρός. Κλάματα, κακό… . Την ίδια μέρα τον θάψαμε στο χωριό.

Την Παρασκευή τη νύχτα φάγαμε και πήγαμε να κοιμηθούμε. Εγώ κοιμόμουν έξω, στη βεράντα του σπιτιού μας. Το σπίτι μας έβλεπε προς τον πενταδάκτυλο.

Η ώρα 12 τα μεσάνυχτα (ξημερώματα της 20ης Ιουλίου) άκουσα το κάγκελο να ανοίγει. Σηκώθηκα πάνω και είδα τον μουχτάρη (κοινοτάρχη) του χωριού με ένα αστυνομικό της Μύρτου και να ζητά τον αδελφό μου Σταυρή, ο οποίος κοιμόταν μέσα στο σπίτι. Τον ρώτησα “Τι τον θέλεις;” και μου απάντησε ότι πρέπει να παρουσιαστεί στη Μονάδα του στον στρατό, στην Αχεροποίητο, στο πυροβολικό του Καραβά. Του είπα του μουχτάρη: “Πώς θα πάει στον Καραβά ο αδελφός μου δίχως αυτοκίνητο;”. Μου είπε ότι έχει η αστυνομία Land Rover στην πλατεία του χωριού και θα πάνε κι άλλοι χωριανοί. ΄Εφυγε ο Σταυρής και πήγε στην πλατεία για τον Καραβά. Εγώ, μόλις έφυγε, η ώρα 1 το πρωί, πήγα να κοιμηθώ, αλλά τα πλοία των Τούρκων έβαλλαν στον Πενταδάκτυλο και έτρεμε το βουνό από τις εκρήξεις.

Η ώρα 5 το πρωί (20/7/1974) ακούσαμε τα αεροπλάνα. Πρώτα τα μεταγωγικά έρχονταν από τον Κορμακίτη και άφηναν τους αλεξιπτωτιστές. Μετά ακούσαμε τα βομβαρδιστικά, μέσα στον δρόμο υπήρχε η φάλαγγα με τον στρατό μας που ερχόταν από την Πάφο.

Εγώ, μόλις είδα τα αεροπλάνα, σήμανα συναγερμό. Πήγα στο σπίτι της πεθεράς μου η οποία φούρνιζε ψωμιά για το σπίτι. Αργότερα θα πήγαινε δουλειά στον Ζέφυρο (ξενοδοχείο στην Κερύνεια). Αμέσως φώναξα όλα τα παιδιά και πήγαμε δίπλα στον τενιό (τοίχος από μπετόν) του σπιτιού του μουχτάρη (κοινοτάρχη).

Εν τω μεταξύ, δίπλα από τον φούρνο είχε το τρακτέρ και το κομπάι του (όχημα για τον θερισμό των σιτηρών) ο μαστρε-Σάββας. Και τα δυο έγιναν κομμάτια, γέμισε το χωριό με θραύσματα από τα βομβαρδισμένα οχήματα. Εκεί που έπεσε η βόμβα έβγαλε ένα μεγάλο λάκκο και στο βυθό του βρέθηκε νερό.